- μικρογλυφία
- ηείδος γλυπτικής στο οποίο κυριαρχεί τάση σμίκρυνσης προσώπων και αντικειμένων και στο οποίο χρησιμοποιούνται γραμμές εξαιρετικής λεπτότητας.[ΕΤΥΜΟΛ. < μικρ(ο)-* + -γλυφία (< -γλυφος < γλύφω). Η λ. μαρτυρείται από το 1855 στο περ. Νέα Πανδώρα].
Dictionary of Greek. 2013.